Η "μυστηριώδης" στάση του ΚΚΕ

2012-05-03 00:46

 

Η «μυστηριώδης» στάση του ΚΚΕ

 

Σ’ ένα άρθρο του Μάκη Μαίλη με τίτλο «Θέλει το ΚΚΕ να κυβερνήσει;»[1] διαβάζουμε ότι:

 

«H απάντηση είναι τελείως διαφορετική από εκείνη που ίσως περιμένει ο απλός άνθρωπος ο οποίος γνωρίζει λίγο την πολιτική του ΚΚΕ, και είναι η εξής: Το ΚΚΕ δεν παλεύει για να κυβερνήσει το ίδιο, παλεύει για να κατακτήσει η εργατική τάξη την εξουσία της, που θα την ασκήσει σε όφελος όλου του λαού. Σε αυτή την εξουσία το ΚΚΕ θα πρωταγωνιστεί και θα παλεύει από τη συγκεκριμένη θέση, που θα είναι και κυβερνητική, για την εδραίωση της εργατικής εξουσίας και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Το ΚΚΕ δεν υπόσχεται στους εργαζόμενους ότι θα τους λύσει τα προβλήματα. Αν οι ίδιοι οι εργατοϋπάλληλοι δεν γίνουν πρωταγωνιστές και ρυθμιστές του μέλλοντός τους, κανένα ΚΚΕ δεν θα μπορέσει από μόνο του να τους σώσει.»

 

Το ΚΚΕ, λοιπόν, παλεύει ώστε να κατακτήσει η εργατική τάξη την εξουσία και το ΚΚΕ θα πρωταγωνιστεί από μια κάποια «θέση, που θα είναι και κυβερνητική» αλλά δεν κατονομάζεται. Πως θα πάρει η εργατική τάξη την εξουσία στα χέρια της; Τι είδους κυβερνητική θέση θα είναι αυτή που θα έχει το ΚΚΕ και σε τι είδους κυβέρνηση; Μια εργατική κυβέρνηση;

 

«Το συμπέρασμα είναι ένα: Τίθεται επί τάπητος η ανάγκη κοινωνικοποίησης των μονοπωλίων, αποδέσμευσης από την ΕΕ και εγκαθίδρυσης της εργατικής - λαϊκής εξουσίας, που θα διαγράψει το χρέος. Όσοι, όπως ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, προβάλουν τη λεγόμενη «αριστερή κυβέρνηση» ή την «αντιμνημονιακή κυβέρνηση», εξαπατούν το λαό, για τον εξής απλούστατο λόγο: Υπόσχονται φιλολαϊκά μέτρα, δίχως σύγκρουση με τα μονοπώλια και την ΕΕ. Καλλιεργούν ψεύτικες ελπίδες ότι υπάρχουν εύκολες λύσεις, ενώ τέτοιες δεν υπάρχουν

 

Μια τέτοια «μαξιμαλιστική» πολιτική, αν φυσικά θεωρήσουμε την «εργατική – λαϊκή εξουσία» σαν την κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να μεταθέτει τα σημερινά καθήκοντα στο απροσδιόριστο μέλλον. Αρνείται να δει τα σημερινά καθήκοντα σε σχέση με τις ανάγκες της εργατικής τάξης και με τον τρόπο αυτό να γεφυρώσει το σήμερα των εργατικών αγώνων με το αύριο της εργατικής εξουσίας. Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα ο κ. Μαίλης είναι συγκεκριμένος:

 

«… [Β]εβαίως ο άνεργος δεν μπορεί να περιμένει το σοσιαλισμό για να μπορέσει να εργαστεί και άρα να επιβιώσει. Και αυθόρμητα ελπίζουν να δημιουργηθεί στις εκλογές μια κυβέρνηση που θα κοιτάξει και το φτωχό, όπως λέγεται. Ο άνεργος, ο κόσμος που ζει με 300 και 500 ευρώ, όλοι οι εξαθλιωμένοι, έχουν όλο το δίκιο με το μέρος τους και κάθε δικαίωμα να αγανακτούν και να εξεγείρονται, κάθε δικαίωμα να ζητούν εδώ και τώρα επίλυση στοιχειωδών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Το ζήτημα είναι ο τρόπος με τον οποίο θα υπάρξει λύση αυτών και πολλών άλλων προβλημάτων. Δηλαδή πώς είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί η ανεργία, η πλήρης αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, πώς θα γίνει δυνατό να υπάρχει σταθερή δουλειά για όλους, με αξιοπρεπείς μισθούς και ελεύθερο χρόνο και πολλά ακόμα; Και είναι δυνατό να δημιουργηθεί μία κυβέρνηση που θα τα αντιμετωπίσει; Όσοι εργατοϋπάλληλοι και άλλοι βιοπαλαιστές θεωρούν ότι κάτι τέτοιο είναι ρεαλιστικό, ας επιτραπεί να πούμε ότι έχουν αυταπάτες

 

Σύμφωνοι, στον καπιταλισμό δεν μπορεί να υπάρξει μια αστική κυβέρνηση που ν’ αντιμετωπίσει την ανεργία, την εξαθλίωση, τα χαμηλά μεροκάματα. Απ’ τη μια μεριά λοιπόν ο άνεργος δεν μπορεί να περιμένει το σοσιαλισμό για να δουλέψει αλλά απ’ την άλλη δεν είναι δυνατόν και να υπάρξει λύση μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού. Το μόνο που απομένει για το ΚΚΕ είναι:

 

«Από την εξαθλίωση που τους οδήγησε η αντιλαϊκή πολιτική πρέπει να βγάλουν συμπεράσματα και να αντεπιτεθούν σε συμπόρευση με το ΚΚΕ και άλλες πρωτοποριακές εργατικές και λαϊκές δυνάμεις και μάλιστα με ταξικό μίσος για εκείνους που ευθύνονται».

 

Αλλά το ΚΚΕ δεν μπορεί να διεκδικήσει μέτρα για την ανεργία και τα μεροκάματα εφόσον είναι «αυταπάτη» ότι αυτά μπορούν να πραγματοποιηθούν. Πρέπει, επομένως, τελικά ο άνεργος πραγματικά να περιμένει τον σοσιαλισμό ή τη λεγόμενη «εργατική – λαϊκή εξουσία». Πρέπει να κοινωνικοποιηθούν τα μονοπώλια, να γίνει ρήξη με την ΕΕ και να εγκαθιδρυθεί «εργατική – λαϊκή εξουσία» που να διαγράψει το χρέος. Δεν πρέπει για παράδειγμα να γίνει ρήξη με την ΕΕ ή να κοινωνικοποιηθούν τα μονοπώλια ή να διαγραφτεί το χρέος χωρίς «εργατική – λαϊκή εξουσία». Αυτά είναι βέβαια υπεκφυγές πρώτου μεγέθους.

 

Τα αιτήματα για διαγραφή του χρέους, εργατικό έλεγχο στη μεγάλη βιομηχανία και στο δημόσιο τομέα, απαλλοτριώσεις χωρίς αποζημίωση, η ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ, αποτελούν πρωταρχικής σημασίας μεταβατικά αιτήματα. Δεν έχουν το νόημα του να καλλιεργηθούν αυταπάτες ότι μπορεί ποτέ μια αστική ή έστω «αριστερή» κυβέρνηση να τα πραγματοποιήσει. Έχουν το νόημα ότι εκπαιδεύουν και κινητοποιούν την εργατική τάξη πάνω στις πραγματικές λύσεις των προβλημάτων και με την καθημερινή αγωνιστική εμπειρία γίνεται φανερό σε τελική ανάλυση, αλλά μόνο σε τελική ανάλυση, ότι τα αιτήματα αυτά οδηγούν νομοτελειακά και αμετάκλητα στον στόχο της εργατικής εξουσίας. Αν αφήσουμε αυτά τα αιτήματα για τον σοσιαλισμό και δεν έχουμε κανένα μεταβατικό αίτημα, δηλαδή κανένα αίτημα που να οδηγεί νομοτελειακά σε μετάβαση προς τον σοσιαλισμό είναι σαν να προσπαθούμε ν’ αναρριχηθούμε χωρίς να ‘χουμε μια σκάλα.

 

Είναι αλήθεια ότι η εργατική τάξη και τα μικρομεσαία στρώματα έχουν ακόμη πολλές αυταπάτες σχετικά με την ευρωζώνη, το δημόσιο χρέος και την ΕΕ. Θεωρούν καταστροφική την αποδέσμευση από την ΕΕ. Το ΚΚΕ χαϊδεύει τ’ αυτιά της μικροαστικής τάξης και των μικρομεσαίων στρωμάτων τονίζοντας ότι αυτά τα αιτήματα θα είναι το έργο μιας μελλοντικής «εργατικής – λαϊκής εξουσίας». Στο μεταξύ τα αιτήματα παραπέμπονται στις καλένδες και το ΠΑΜΕ επιδίδεται σε «αγωνιστική γυμναστική». Μα ίσα – ίσα ο λόγος που τέτοια αιτήματα πρέπει να τεθούν σήμερα είναι ακριβώς για να πεισθούν τα λαϊκά στρώματα ότι αυτά τα αιτήματα είναι λογικά. Αν είναι λογικά αλλά καμιά αστική κυβέρνηση δεν μπορεί να τα πραγματοποιήσει σήμερα, τόσο πιο γρήγορα θα πρέπει να συγκροτηθεί ένα ευρύτερο μέτωπο με στόχο την εγκαθίδρυση της «εργατικής – λαϊκής εξουσίας»! Αυτό είναι που στη βιασύνη του να δικαιολογήσει τ’ αδικαιολόγητα δεν σκέφτηκε ο κ. Μαίλης.



[1]  Ριζοσπάστης, 18/3/2012.